- ἀποσκορακίζω
- ἀποσκορακίζωwishpres subj act 1st sgἀποσκορακίζωwishpres ind act 1st sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αποσκορακίζω — (ΑΜ ἀποσκορακίζω) [σκορακίζω] νεοελλ. 1. διώχνω, πετώ μακριά, στέλνω κατά διαβόλου 2. (για αρχαία κείμενα) αποβάλλω, απορρίπτω όσα δεν θεωρώ γνήσια χωρία, εξοβελίζω αρχ. μσν. στέλνω κάποιον στον διάβολο, αναθεματίζω, καταριέμαι, βλαστημώ … Dictionary of Greek
ἀποσκορακίσει — ἀποσκορακίζω wish aor subj act 3rd sg (epic) ἀποσκορακίζω wish fut ind mid 2nd sg ἀποσκορακίζω wish fut ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποσκορακιεῖ — ἀποσκορακίζω wish fut ind mid 2nd sg (attic epic doric ionic aeolic) ἀποσκορακίζω wish fut ind act 3rd sg (attic epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποσκορακιζόντων — ἀποσκορακίζω wish pres part act masc/neut gen pl ἀποσκορακίζω wish pres imperat act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποσκορακίζει — ἀποσκορακίζω wish pres ind mp 2nd sg ἀποσκορακίζω wish pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποσκορακίζοντι — ἀποσκορακίζω wish pres part act masc/neut dat sg ἀποσκορακίζω wish pres ind act 3rd pl (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποσκορακίζουσι — ἀποσκορακίζω wish pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) ἀποσκορακίζω wish pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποσκορακίσαι — ἀποσκορακίζω wish aor inf act ἀποσκορακίσαῑ , ἀποσκορακίζω wish aor opt act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποσκορακισθῆναι — ἀποσκορακίζω wish aor inf pass … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποσκορακισθέντος — ἀποσκορακίζω wish aor part pass masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)